Nov 29, 2020 15:22
3 yrs ago
18 viewers *
Greek term
μέρος της επιχείρηση
Greek to English
Law/Patents
Law (general)
Να αποκτά και αναλαμβάνει όλη ή οποιοδήποτε μέρος της επιχείρησης, περιουσίας κινητής και ακίνητης όπως και τις υποχρεώσεις οποιουδήποτε προσώπου, συνεταιρισμού ή εταιρείας, στην Κύπρο ή το εξωτερικό, που διεξάγει ή προτίθεται να διεξάγει οποιαδήποτε εργασία που η εταιρεία αποκτά εξουσία να διεξάγει ή που μπορεί να διεξαχθεί κατά τρόπο που να εξυπηρετεί αμέσως ή εμμέσως την εταιρία ή που κατέχει περιουσία κατάλληλη για τους σκοπούς της εταιρίας
Proposed translations
(English)
4 +3 | part of the business | Vasileios Paraskevas |
5 | part of the company | Laora Elezi |
Proposed translations
+3
13 mins
Selected
part of the business
... all or part of the business
4 KudoZ points awarded for this answer.
2 days 13 hrs
part of the company
"company" στα Ελληνικά σημαίνει επιχείρηση. Aν εννοείτε "εξαρτήμα της επιχείρησης" ,π.χ. Μάρκετινγκ ,τότε θα χρειαστεί αντί "part" να βάλουμε "component".
Example sentence:
The marketing component of the company goes very well.
I am very lucky to be part of this company.
Something went wrong...